Συναξαριστής |
27 Οκτωβρίου όνομα: ΝΕΣΤΩΡ (Νέστωρ, Νέστορας, Νεστορία) |
Άγιος Νέστωρ
Μάρτυρας της Χριστιανοσύνης από τη Θεσσαλονίκη. Έζησε κατά τους χρόνους του Ρωμαίου αυτοκράτορα Μαξιμιανού (286-304) και ήταν φίλος του μεγαλομάρτυρα Αγίου Δημητρίου. Ο Νέστορας, βλέποντας ότι ο αυτοκράτωρ Διοκλητιανός χαιρόταν για τις νίκες κάποιου σωματώδους βαρβάρου, ονομαζόμενου Λυαίου, μίσησε την υπερηφάνεια του. Βλέποντας όμως και τα θαύματα του Αγίου Δημητρίου, πήρε θάρρος. Πήγε λοιπόν στη φυλακή, όπου ήταν κλεισμένος ο Μεγαλομάρτυρας, και έπεσε στα πόδια του. Δούλε του Θεού Δημήτριε, είπε, εγώ είμαι πρόθυμος να μονομαχήσω με το Λυαίο, γι’ αυτό προσευχήσου για μένα στο όνομα του Χριστού. Ο Άγιος, αφού τον σφράγισε με το σημείο του τιμίου Σταυρού, του είπε ότι και το Λυαίο θα νικήσει και για το Χριστό θα μαρτυρήσει. Τότε, λοιπόν, ο Νέστορας μπήκε στο στάδιο χωρίς φόβο και ανεφώνησε: «Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει μοί». Και αφού πολέμησε με το Λυαίο, του κατάφερε δυνατό χτύπημα με το μαχαίρι του στην καρδιά και τον θανάτωσε. Εξοργισμένος τότε ο Διοκλητιανός, διέταξε και σκότωσαν με λόγχη το Νέστορα, αλλά και το Δημήτριο. Έτσι, μ’ αυτή του την ενέργεια ο Νέστορας δίδαξε ότι σε κάθε ανθρώπινη πρόκληση πρέπει να αναφωνούμε: «Κύριος ἐμοὶ βοηθός, καὶ οὐ φοβηθήσομαι τί ποιήσει μοι ἄνθρωπος;» (Ψαλμός νε’ 5). Ο Κύριος είναι βοηθός μου και δε θα φοβηθώ. Τι θα μου κάνει οποιοσδήποτε άνθρωπος; ---Απολυτίκιο. Ήχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον. Αθλητής ευσεβείας άκαταγώνιστος, ως κοινωνός και συνήθης του Δημητρίου όφθείς, ήγωνίσω άνδρικώς Νέστωρ μακάριε' τη θεϊκή γαρ αρωγή, τον Λυαίον καθελών, ως άμωμον ίερείον, σφαγιασθείς προσηνέχθης, τω Αθλοθέτη και Θεώ ημών. |
τέλος παράθεσης |